Κάποτε με συνάντησε στο δρόμο μου 
Ένας άγγελος και με χαιρέτησε
Ταράχτηκα – από πού κι ως πού
Εγώ δεν έδωσα ποτέ θάρρος σε κανένα –
Χαμηλωμένα μάτια
Σφιχτοδεμένο το μαντήλι μου
Σκέπη της ντροπαλής
Λίγο προτού λυθεί
Αλαφιασμένη η νιότη μου
Που ακόμα τρέχει
Και τον προσπερνάει
Μονάχη στα φτερά του κόσμου
Που την πετάνε μέχρι
Τον αχυρώνα του θεού
Τόσο ζεστό το χνότο τους – ζωάκια
Χέρια τρυφερά
Αγιασμένα στην αγκαλιά του –
Τόσο απαλά σαν φρέσκο πριονίδι
Τότε που λέρωνε γλυκά
Το νοικοκυρεμένο σπιτικό
Πώς πιάσανε ύστερα ψιλό αγκαθάκι και καρφιά
Σε ξύλο ανήμερο
Και σταυρωτό
Πώς έσκισε τους ουρανούς
Και με φτεροκοπήσαν τα κουρέλια τους αλύπητα
Τελειώνει ο δρόμος μου
Άκουσα τα βήματά του
Στο σταυροδρόμι όταν βαραίνουν οι σκιές
Πού πάει μωρό παιδί ξυπόλυτο στ' αγκάθια
Κι αυτός μες το νεκρό σεντόνι του γυμνός
Δεν ήξερα
Όμως αν είναι να γυρίσω πίσω
Αν είναι ακόμα εκεί
Το κοριτσίστικο μαντηλάκι μου που παράπεσε
Να το μαζέψω
Να σκουπίσω το αίμα του
Να το κουνήσω στον αέρα φτερωτά
Και να τον αντιχαιρετήσω
Α.Μ. 28/3/2014
Ένας άγγελος και με χαιρέτησε
Ταράχτηκα – από πού κι ως πού
Εγώ δεν έδωσα ποτέ θάρρος σε κανένα –
Χαμηλωμένα μάτια
Σφιχτοδεμένο το μαντήλι μου
Σκέπη της ντροπαλής
Λίγο προτού λυθεί
Αλαφιασμένη η νιότη μου
Που ακόμα τρέχει
Και τον προσπερνάει
Μονάχη στα φτερά του κόσμου
Που την πετάνε μέχρι
Τον αχυρώνα του θεού
Τόσο ζεστό το χνότο τους – ζωάκια
Χέρια τρυφερά
Αγιασμένα στην αγκαλιά του –
Τόσο απαλά σαν φρέσκο πριονίδι
Τότε που λέρωνε γλυκά
Το νοικοκυρεμένο σπιτικό
Πώς πιάσανε ύστερα ψιλό αγκαθάκι και καρφιά
Σε ξύλο ανήμερο
Και σταυρωτό
Πώς έσκισε τους ουρανούς
Και με φτεροκοπήσαν τα κουρέλια τους αλύπητα
Τελειώνει ο δρόμος μου
Άκουσα τα βήματά του
Στο σταυροδρόμι όταν βαραίνουν οι σκιές
Πού πάει μωρό παιδί ξυπόλυτο στ' αγκάθια
Κι αυτός μες το νεκρό σεντόνι του γυμνός
Δεν ήξερα
Όμως αν είναι να γυρίσω πίσω
Αν είναι ακόμα εκεί
Το κοριτσίστικο μαντηλάκι μου που παράπεσε
Να το μαζέψω
Να σκουπίσω το αίμα του
Να το κουνήσω στον αέρα φτερωτά
Και να τον αντιχαιρετήσω
Α.Μ. 28/3/2014
Α.Μ. ;
ΑπάντησηΔιαγραφή